- παρσισμός
- οθρησκεία των Περσών, όπως διατυπώθηκε από το Ζωροάστρη.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
παρσισμός — ο το θρήσκευμα των παρσιστών, τών Ινδών οπαδών τού ζωροαστρισμού. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. parsisme < περσ. parsi (< Pārs «Περσία») + isme. Η λ. μαρτυρείται από το 1872 στον Αν. Δ. Κυριακό] … Dictionary of Greek
ζωροαστρισμός — Αρχαία περσική θρησκεία που ίδρυσε ο Ζωροάστρης (βλ. λ.). Οι διδασκαλίες του ζ. εξελίχθηκαν εντυπωσιακά με την πάροδο του χρόνου. Η αρχαιότερη φάση αντιπροσωπεύεται από τις διδασκαλίες των Γκάθα. Μετά την αρχική διαρχία, η οποία ήταν άλλωστε… … Dictionary of Greek
παρσιστής — ο [παρσισμός] συν. στον πληθ. οι παρσιστές ομάδα Ινδών οπαδών τού ζωροαστρισμού που προέρχονται από Πέρσες ζωροαστριστές οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει στην Ινδία για να αποφύγουν τους διωγμούς από τους μουσουλμάνους … Dictionary of Greek